Σύμφωνα με έκθεση της δικηγορικής εταιρείας RPC, οι διώξεις για hacking μειώθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά 12% το 2019, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Αυτό σημαίνει ότι μόλις το 0,33% από τα 17.600 εγκλήματα hacking που αναφέρθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2019 κατέληξαν σε δίωξη, βάσει του νόμου περί κατάχρησης υπολογιστών.
Η RPC ανέφερε πως ο βασικός λόγος για τον οποίο μειώθηκαν οι διώξεις για hacking, είναι η έλλειψη πόρων στην αστυνομία για τη διερεύνηση τέτοιου είδους εγκλημάτων. Η εταιρεία πρόσθεσε ακόμη ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου εστιάζει συνήθως τους πόρους της στη στόχευση κυβερνοεγκληματιών που εμπλέκονται σε απόπειρες παραβίασης της εθνικής ασφάλειας.
Επιπλέον, είναι συνήθως πολύ δύσκολο να εντοπίσουν και να καταδιώξουν χάκερς, καθώς η πλειονότητα των εγκλημάτων που αναφέρονται στο Ηνωμένο Βασίλειο ενδέχεται να διαπράττονται σε άλλη χώρα. Συγκεκριμένα, η RPC επεσήμανε πως οι χάκερς είναι πιο πιθανό να διενεργήσουν επιθέσεις μέσω χωρών που δεν συνεργάζονται με τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ανησυχητική είναι η απότομη αύξηση στις επιθέσεις και τις απάτες phishing που έχουν σημειωθεί φέτος, με τους χάκερς να χρησιμοποιούν ως “δόλωμα” την πανδημία του COVID-19, για να εξαπατήσουν και να “μολύνουν” ανυποψίαστα θύματα.
Mark Zuckerberg: Ο δεύτερος πλουσιότερος άνθρωπος
Ένα «νέο αστέρι» φωτίζεται στο νυχτερινό ουρανό
Mark Zuckerberg: Έγινε ο δεύτερος πλουσιότερος άνθρωπος! 💰💰
Για παράδειγμα, τον Απρίλιο, η Google αποκάλυψε ότι απέκλειε καθημερινά πάνω από 240 εκατομμύρια spam emails που είχαν ως θέμα τον COVID-19, καθώς και 18 εκατομμύρια malware και phishing emails. Πολλά emails που αποκλείστηκαν από την Google περιείχαν malware που έχει σχεδιαστεί για να επιτρέπει στους εισβολείς να αποκτήσουν πρόσβαση στο σύστημα του παραλήπτη. Σε πολλές phishing επιθέσεις, οι χάκερς έστελναν στους στόχους emails τα οποία υποτίθεται ότι προέρχονταν από κυβερνητικές υπηρεσίες ή φιλανθρωπικά ιδρύματα που ζητούσαν δωρεές ή επιχειρούσαν να εξαπατήσουν μικρές επιχειρήσεις.
Ο Richard Breavington, συνεργάτης της RPC, ανέφερε τα εξής: «Ο εντοπισμός κυβερνοεγκληματιών είναι ένα έργο που απαιτεί πολλούς πόρους. Οι χάκερς ξέρουν πώς να καλύψουν τα ίχνη τους, και αυτό είναι σχετικά απλό. Οι κυβερνοεγκληματίες βλέπουν το hacking ως δραστηριότητα χαμηλού κινδύνου, με σχεδόν μηδενικό κίνδυνο δίωξης».
Επιπλέον, ο Ollie Whitehouse, CTO της NCC Group, τόνισε την ανάγκη μεταρρύθμισης της ισχύουσας νομοθεσίας επισημαίνοντας τα ακόλουθα: «Καθώς το τοπίο της παγκόσμιας απειλής εξελίσσεται και διευρύνεται και η τεχνολογία γίνεται όλο και πιο περίπλοκη, το γεγονός ότι λιγότεροι χάκερς διώκονται επιτυχώς στο Ηνωμένο Βασίλειο καταδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για νέα νομοθεσία. Ο νόμος περί κατάχρησης υπολογιστών – ο οποίος ισχύει εδώ και 30 χρόνια – αρχικά εισήχθη για να αποφευχθεί η μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε δεδομένα και συστήματα υπολογιστών, αλλά δεν είναι πλέον κατάλληλος για τον ψηφιακό κόσμο του 21ου αιώνα. Θέλουμε η σύγχρονη νομοθεσία να αναγνωρίσει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι επαγγελματίες της κυβερνοασφάλειας για τη διατήρηση της ασφάλειας αλλά και την προστασία των πολιτών και των επιχειρήσεων. Θέλουμε να μετατρέψουμε αυτό που συνιστά μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στην πράξη και να εισαγάγουμε νόμιμες άμυνες, έτσι ώστε οι επαγγελματίες της κυβερνοασφάλειας να μπορούν να εντοπίζουν και να διερευνούν απειλές χωρίς φόβο νομικής δράσης, να διασφαλίζουν ότι οι κυβερνοεγκληματίες τιμωρούνται κατάλληλα και τελικά να αποτρέπουν κυβερνοεπιθέσεις στο μέλλον».