Το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν είναι διατεθειμένο να κρίνει τη συνταγματικότητα του νέου νόμου 5002, ούτε και του προηγούμενου, σχετικά με τη (μη) δυνατότητα ενημέρωσης των θιγόμενων για την άρση του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών τους. Έτσι όμως ο πολίτης μένει απροστάτευτος απέναντι στις παράνομες παρακολουθήσεις.
Όπως είναι γνωστό, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ Νίκος Ανδρουλάκης έμαθε ότι παρακολουθείτο «νόμιμα» με επισύνδεση από την ΕΥΠ, στις 5 Αυγούστου 2022, μετά τις παραιτήσεις του επικεφαλής του γραφείου του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη και του πρώην διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέοντα. Ο κ. Ανδρουλάκης ουδέποτε ενημερώθηκε για τους συγκεκριμένους λόγους παρακολούθησής του με επισύνδεση. Με αυτόν ακριβώς τον σκοπό, στις 7 Σεπτεμβρίου 2022 οι δικηγόροι του κατέθεσαν αίτηση στην Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), με την οποία ζήτησαν στη βάση του νόμου 4790/2021, που ίσχυε πριν από τον Δεκέμβριο του 2022:
- Να χορηγηθεί πλήρες αντίγραφο του φακέλου παρακολούθησης, τον οποίον πίστευαν οι δικηγόροι του κ. Ανδρουλάκη ότι θα μπορούσε να εξαγάγει η ΑΔΑΕ κατά τον έλεγχο που θα διενεργούσε στην ΕΥΠ. Πράγματι με απόφαση που είχε ήδη λάβει στις 29 Αυγούστου, η ΑΔΑΕ επισκέφθηκε την ΕΥΠ στις 7 και 8 Σεπτεμβρίου 2022, όμως δεν μπόρεσε να βρει τα στοιχεία του φακέλου της παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη. Η άρνηση της ΕΥΠ να παραδώσει στοιχεία με την αιτιολογία ότι έχουν καταστραφεί μπορεί να οδηγήσει σε επιβολή κυρώσεων κατά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, ένα δικαίωμα που έχει η ΑΔΑΕ με βάση τον νόμο 3115/2003, που περιγράφει τη δυνατότητά της να επιβάλλει ποινές σε δημόσιες υπηρεσίες και ιδιωτικές εταιρείες-παρόχους.
- Να δοθεί στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ το αντίγραφο της διάταξης με την οποία ζητήθηκε η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών του, καθώς και κάθε άλλο τμήμα της αλληλογραφίας που περιέχεται στο αρχείο των εισαγγελικών διατάξεων για την άρση του απορρήτου του. Οι δικηγόροι του κ. Ανδρουλάκη επικαλούνται διάταξη με την οποία ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ ενημερώνει «σε κάθε περίπτωση τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή».
Κατάργηση της δικαστικής προστασίας
Τέσσερις μέρες μετά από την επιστολή της πλευράς του κ. Ανδρουλάκη, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος απάντησε, επιβεβαιώνοντας μεν τους ελέγχους στην ΕΥΠ στις 7 και 8 Σεπτεμβρίου 2022, αλλά προειδοποιώντας ότι:
NASA: Θέλει να στείλει αστροναύτες στον Άρη έως το 2035
Γιατί αναβάλλεται η εκτόξευση του Europa Clipper;
Ανακαλύψτε τον Μικροσκοπικό Εξωπλανήτη κοντά στο Άστρο του Μπαρναρντ
- Η δυνατότητα χορήγησης φακέλων και εγγράφων που τηρούνται από την ΕΥΠ δεν περιλαμβάνεται στις αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, ενώ δεν επιτρέπεται η χορήγηση απόρρητων εγγράφων στους ενδιαφερόμενους.
- Με τον νόμο 4790/2021, που ίσχυε τότε, σε κάθε περίπτωση που η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών έχει επιβληθεί για λόγους εθνικής ασφαλείας, η ΑΔΑΕ δεν δύναται να γνωστοποιεί στον θιγόμενο την λήψη του μέτρου της άρσης, ακόμα και αν δεν διακυβεύεται πλέον ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε. «Η χορήγηση αντιγράφου του φακέλου σας εκ μέρους της ΑΔΑΕ θα παραβίαζε την ανωτέρω διάταξη». Σε άλλο σημείο της επιστολής του ο κ. Ράμμος αναφέρει ότι η ΑΔΑΕ υποχρεούται να κοινοποιεί το πλήρες περιεχόμενο των διατάξεων και βουλευμάτων μόνο στον υπουργό Δικαιοσύνης.
Δύο μήνες αργότερα, ο κ. Ανδρουλάκης διά των συνηγόρων του υποβάλλει πράξη ακύρωσης της ανωτέρω απάντησης της ΑΔΑΕ ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με αυτήν ζητά να κηρυχθεί ανίσχυρη η διάταξη (του 4790/2021) που απαγορεύει την ενημέρωσή του, ως αντισυνταγματική. Με τον ακόμα παλιότερο νόμο που ίσχυε πριν από το 2021, «σε περίπτωση που αποφασιζόταν η γνωστοποίηση του μέτρου, τα στοιχεία τα οποία είχαν συλλεγεί η κατασχεθεί και το υλικό που εγγράφηκε η αποτυπώθηκε σε εκτέλεση της διάταξης για την άρση του απορρήτου επιστρέφονταν στον κύριό τους. Σε διαφορετική περίπτωση καταστρέφονταν ενώπιον της Αρχής που διέταξε την άρση, συντασσομένης σχετικής εκθέσεως». Οι δικηγόροι πάντως του προέδρου του ΠΑΣΟΚ /ΚΙΝΑΛ, που είχε ψηφίσει τότε την επίμαχη τροπολογία στον 4790/2021, σημειώνουν ότι αυτή είχε κατατεθεί τον Μάρτιο του 2021 εκπρόθεσμα, «το απόγευμα της τελευταίας ημέρας συζήτησης και ψήφισης σχεδίου νόμου στην ολομέλεια της Βουλής» (σ.σ.: για την αντιμετώπιση της πανδημίας ).
Στην προσφυγή του στο ΣτΕ, ο κ. Ανδρουλάκης δια των συνηγόρων του σημειώνει σχετικά με τη διάταξη για την απαγόρευση ενημέρωσης ότι «λόγω της μη γνωστοποίησης εμποδίζεται η άσκηση της δικαστικής προστασίας και το δικαίωμα αναφοράς στις αρχές. Είναι προφανές ότι ένδικα βοηθήματα δεν μπορούν να ασκηθούν από πρόσωπο που αγνοεί ότι παρακολουθείτο».
Και σε άλλο σημείο: «…έχει κριθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ότι) μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών συγκεκριμένου προσώπου, και όταν πλέον δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίον το μέτρο αυτό έλαβε χώρα, το ζήτημα της εκ των υστέρων γνωστοποίησης στον θιγέντα […] συνδέεται άμεσα και αξιεδιάλυτα με την εκ μέρους του δυνατότητα άσκησης ένδικων βοηθημάτων και μέσων, προκειμένου να υπερασπισθεί τα δικαιώματα και έννομα συμφέροντά του απέναντι σε κάθε τυχόν μη σύννομη η καταχρηστική και δυσανάλογη εις βάρος του χρήστη του μέτρου, χρήση που ισοδυναμεί με παραβίαση του δικαιώματός του σε προστασία του ιδιωτικού του βίου. Αν λοιπόν δεν προβλέπεται, άλλως απαγορεύεται, η επίμαχη γνωστοποίηση με αποτέλεσμα ο θιγείς ουδέποτε να πληροφορηθεί ότι ήρθη στο παρελθόν το απόρρητο των επικοινωνιών του, είναι ευνόητο ότι ο τελευταίος στερείται πλήρως κάθε δυνατότητας να ζητήσει αποτελεσματική δικαστική προστασία…».
Η αντίδραση του ΣτΕ
Δύο μήνες μετά την προσφυγή, το ΣτΕ συνεδρίασε και εξαιτίας της μείζονος σημασίας της προσφυγής όρισε δικάσιμο για την εξέτασή της την 10η Μαρτίου 2023, μέρα κατά την οποίαν κατά πάσα πιθανότητα θα διαλυθεί η Βουλή για να προκηρυχθούν εκλογές. Σύμφωνα με πληροφορίες του inside story από τρεις πηγές με γνώση της διαδικασίας, έχουν προκύψει δύο θέματα:
- Εν όψει της αλλαγής του παλιού νόμου και της επαναφοράς, με τον 5002/2022, έστω και μια τριετία μετά την παρακολούθηση, της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγόμενου, δικαστές του ΣτΕ υποστηρίζουν ότι η απαγόρευση πληροφόρησης δεν υφίσταται πλέον (σ.σ.: υφίστατο όμως όταν κατατέθηκε η προσφυγή).
Άρθρο 4 παράγραφος 7, του ισχύοντος νόμου 5002/2022 Μετά την πάροδο τριών (3) ετών από την παύση της ισχύος της διάταξης άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας γνωστοποιείται η επιβολή του περιοριστικού μέτρου στον θιγόμενο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο αυτό διατάχθηκε. Για τη γνωστοποίηση του πρώτου εδαφίου υποβάλλεται σχετικό αίτημα στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (Α.Δ.Α.Ε.), το οποίο διαβιβάζεται στην Ε.Υ.Π. και τη Δ.Α.Ε.Ε.Β.. Η άρση γνωστοποιείται μετά από απόφαση τριμελούς οργάνου, το οποίο αποφασίζει εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών. Στην περίπτωση διενέργειας της άρσης από την Ε.Υ.Π., το όργανο αποτελείται από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008, τον δεύτερο εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 2 του άρθρου 4 του παρόντος και τον Πρόεδρο της Α.Δ.Α.Ε. Στην περίπτωση διενέργειας της άρσης από τη Δ.Α.Ε.Ε.Β., το όργανο αποτελείται από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994, τον δεύτερο εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 2 του άρθρου 4 του παρόντος και τον Πρόεδρο της Α.Δ.Α.Ε.. Του οργάνου προεδρεύει ο ανώτερος ιεραρχικά ή, επί ομοιοβάθμων, ο αρχαιότερος εισαγγελικός λειτουργός. Το όργανο αποφασίζει κατά πλειοψηφία, με τήρηση απόρρητων συνοπτικών πρακτικών και καταγραφή της γνώμης της μειοψηφίας, εφόσον υφίσταται. Αν αποφασισθεί η ενημέρωση, ο θιγόμενος ενημερώνεται για την επιβολή του περιοριστικού μέτρου και για τη διάρκειά του. Δεν επιτρέπεται η υποβολή νέου αιτήματος πριν την πάροδο ενός (1) έτους από την υποβολή του προηγούμενου. |
- Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο δεν φαίνεται διατεθειμένο να κρίνει το κατά πόσον ο νόμος, αυτός που ίσχυε και εκείνος που ισχύει μετά τον Δεκέμβριο, είναι συμβατός με το Σύνταγμα. Το τελευταίο αν ισχύσει θέτει το ερώτημα γιατί υπάρχει το ΣτΕ. Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει άλλος θεσμός δικαστικής προστασίας στην Ελλάδα για την υπεράσπιση του ατομικού δικαιώματος του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών σε διοικητικό επίπεδο.
Σε ποιον θα στραφεί ο πολίτης;
Διευκρινίσεις για τη νέα διαδικασία είχε ζητήσει από τον υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα και ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος. Με επιστολή του στις 17 Ιανουαρίου 2023 ζητούσε να ενημερωθεί για τη διαδικασία που προβλέπει ο νέος νόμος σχετικά με τη διαχείριση αιτημάτων πολιτών που ζητούν να τους γνωστοποιηθεί εάν έχουν βρεθεί στο στόχαστρο επισυνδέσεων ή όχι.
Όπως έγραφε ο κ. Ράμμος, «δεδομένου ότι από την ως άνω διατύπωση του νόμου δεν προβλέπονται οι διαδικαστικές λεπτομέρειες εφαρμογής στην πράξη της διαδικασίας διαβίβασης εκ μέρους της Α.Δ.Α.Ε. του αιτήματος του θιγόμενου, σας παρακαλούμε να μας ενημερώσετε αν θα υπάρχει κάποια ειδική γραμματεία στις ως άνω υπηρεσίες (Ε.Υ.Π. και Δ.Α.Ε.Ε.Β.) η οποία θα είναι αρμόδια να λαμβάνει το σχετικό αίτημα που θα διαβιβάζεται σε αυτήν από την Α.Δ.Α.Ε. Επίσης, θα θέλαμε να μας γνωστοποιήσετε εν γένει όλες τις διαδικαστικές λεπτομέρειες που θα είναι απαραίτητες για την έναρξη εφαρμογής και την υλοποίηση της ως άνω διαδικασίας». Μέχρι σήμερα, η ΑΔΑΕ δεν έχει λάβει επίσημη απάντηση από τον υπουργό Δικαιοσύνης.
Πάντως, το ότι η δικαστική προστασία καθίσταται αδύνατη έναντι της κρατικής αυθαιρεσίας συνάγεται και από το γεγονός ότι, ενώ σύμφωνα με τον νέο νόμο (5002/2022) αφαιρείται η αρμοδιότητα της προσφυγής για ενημέρωση στην ΑΔΑΕ και αναλαμβάνει μια τριμελής επιτροπή –στην οποία πλειοψηφούν εκείνοι που διατάσσουν την παρακολούθηση– το επισπεύδον υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει διευκρινίσει ποιος ακριβώς θα αρνείται (εγγράφως εννοείται) το δικαίωμα των πολιτών σε ενημέρωση (εφόσον δεν έχει συμπληρωθεί η τριετία, όπως προβλέπει ο νόμος) ή ποιος θα το εξετάζει (εφόσον έχει συμπληρωθεί). Ολόκληρη η τριμελής επιτροπή; Ένα μέλος της; Η ΑΔΑΕ, όπως και πριν; Μια γραμματεία που δεν έχει οριστεί ακόμα; Άγνωστο, προς το παρόν. Είναι σαν να μην θέλει το κράτος να δώσει τη δυνατότητα στον πολίτη να πάρει μιαν απάντηση – που αν είναι αρνητική, θα μπορούσε στη συνέχεια να την προσβάλει στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι με το νέο περιβάλλον για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις το κράτος έχει απλά δημιουργήσει μία ζώνη χωρίς δικαστικό έλεγχο για όσους διατάζουν και υλοποιούν τηλεφωνικές παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφαλείας.
Η άλλη δικαστική «πίστα» του Ανδρουλάκη
Το ΣτΕ και η διοικητική δικαιοσύνη είναι η μία «πίστα» των περιπετειών του κ. Ανδρουλάκη με τις παρακολουθήσεις. Η άλλη είναι η έρευνα που γίνεται από τους εισαγγελείς της ποινικής δικαιοσύνης, μετά από τη μήνυσή του για την απόπειρα εγκατάστασης του λογισμικού Predator στο τηλέφωνό του με γραπτό μήνυμα. Ούτε εδώ όμως η δικαστική έρευνα φαίνεται να είναι σε θέση να υπερασπιστεί στην πράξη το δικαίωμά του για το απόρρητο της επικοινωνίας του.
Για να θυμίσουμε τα γεγονότα, τo μήνυμα που στάλθηκε στον Νίκο Ανδρουλάκη έγραφε: «Να δούμε λίγο σοβαρά το θέμα φίλε, έχουμε να κερδίσουμε». Το κείμενο περιλάμβανε σύνδεσμο-παγίδα (https://blogspot.edolio5[.]com/2021/9/1080), που χρησιμοποιείται προκειμένου να εγκατασταθεί στο τηλέφωνο-στόχο το λογισμικό παρακολούθησης Predator. Ο ιστότοπος-παγίδα, που είχε χρησιμοποιηθεί πιο πριν και στην περίπτωση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, δεν δελέασε τον Ανδρουλάκη, που δεν άνοιξε τον σύνδεσμο. Τα ευρήματα της έκθεσης της υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί μολυσμένου μηνύματος, που επιβεβαιώθηκαν και από το Citizens Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο, παραδόθηκαν στους εισαγγελείς που διερευνούν την υπόθεση Ανδρουλάκη στις 26 Ιουλίου 2022.
Έξι μήνες αργότερα, στα τέλη του περασμένου μήνα, δεν ήταν οι εισαγγελείς, αλλά οι ανεξάρτητες ΑΔΑΕ και η Αρχή Διασφάλισης Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΔΔΠΧ) που ενημέρωσαν τους εισαγγελείς που διενεργούν την έρευνα για μία σειρά ευρημάτων. Συγκεκριμένα, εντόπισαν μία εταιρεία αποστολής SMS, από την οποία είχαν σταλεί 40 τέτοια μηνύματα την ημέρα της αποστολής του μηνύματος στον Νίκο Ανδρουλάκη, τα οποία είχαν κοστίσει σύμφωνα με πηγές της αγοράς περίπου 20 ευρώ. Το τηλέφωνο που χρησιμοποιήθηκε και η πιστωτική κάρτα με την οποία πληρώθηκε η «αγορά» της αποστολής των SMS δεν είναι βέβαιο ότι ανήκουν σε υπαρκτό φυσικό πρόσωπο. «Αναρωτιέμαι γιατί κατάφερε να το βρει η ΑΔΑΕ και όχι η εισαγγελία – δικαιολογείται μόνο αν οι εισαγγελείς δεν έχουν υποστήριξη από προανακριτικούς υπαλλήλους» (σ.σ.: από την Αστυνομία) είπε στο inside story κρατικός λειτουργός που είχε εμπλακεί στη διαλεύκανση των υποκλοπών του 2006 και επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμος.
Πηγή πληροφοριών: insidestory.gr